Ελληνικό νουάρ

«Περνάς μέσα από μια περιστρεφόμενη πόρτα. Βρίσκεις μπροστά σου κάτι σαν συνδυασμό τηλεφωνικού κέντρου και τμήματος πληροφοριών κι εκεί κάθεται μία από εκείνες τις, απροσδιόριστης ηλικίας, γυναίκες που συναπαντάς σ’ όποια δημόσια υπηρεσία του κόσμου κι αν πας. Δεν ήταν ποτέ νέες και δε θα είναι ποτέ γριές. Δεν έχουν ανάγκη να φανούν ευχάριστες σε κανέναν. Είναι ασφαλείς. Είναι πολιτισμένες δίχως να είναι ποτέ ακριβώς ευγενείς και έξυπνες και ενημερωμένες- δίχως να έχουν κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για τίποτα. Είναι αυτό που γίνονται τα ανθρώπινα πλάσματα όταν ξεπουλάνε τη ζωή για την επιβίωση και τη φιλοδοξία για τη σιγουριά.» (Raymond Chandler)  
   Στην Ελλάδα η ανασφάλεια έχει γίνει πλέον μόνιμος παρτενέρ λίγο-πολύ όλων μας. Την αισθάνονται οι μισθωτοί με μια διαρκώς επαπειλούμενη εκ νέου συρρίκνωση των μισθών, οι μικροκαταθέτες που σπεύδουν ανήσυχοι στα ΑΤΜ για ανάληψη των όποιων καταθετικών τους λογαριασμών, οι μικροεπιχειρηματίες που ζουν υπό την απειλή του λουκέτου, τα νοικοκυριά που γονάτισαν υπό το βάρος δυσβάστακτων χαρατσιών που ενσωματώθηκαν βίαια σε τιμολόγια βασικών παροχών. Την αισθάνονται οι συνταξιούχοι, οι νέοι, οι άνθρωποι που χρήζουν μόνιμης ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Την αισθάνονται οι μετανάστες έπειτα από το απάνθρωπο ψηφοθηρικό πογκρόμ που στήθηκε εις βάρος τους. Την αισθάνονται όλοι όσοι αγωνιούν για τη δουλειά τους, τη ζωή τους, την πιθανή ματαίωση των ονείρων τους.
   Οι μεσόκοπες, ψυχρές και ανέραστες γυναίκες που περιγράφει στο παραπάνω απόσπασμα ο Raymond Chandler δε δείχνουν ανασφάλεια. Για την ακρίβεια νιώθουν ασφαλείς πίσω από το τζάμι του γκισέ: νιώθουν ασφαλείς σαν άψυχα ρομπότ μιας αδιατάρακτης και τυποποιημένης εργασίας. Η εργασιακή και μισθολογική ρουτίνα τους αποτελούν τα εχέγγυα της ασφάλειάς τους.
   Ο Chandler, συγγραφέας αστυνομικών και δεινός ανατόμος της τέχνης του φόνου, φυσικά δεν είχε υπόψη του τη σημερινή ελληνική κατάσταση, και ίσως ούτε την ψυχολογία των ανθρώπων σε καιρούς παρατεταμένης και γενικής οικονομικής κρίσης. Τα ‘‘ανθρώπινα πλάσματα’’ είναι φυσικό σε καιρούς οικονομικής καχεξίας να ιεραρχούν πρώτες την επιβίωση και τη σιγουριά, κι έπειτα μια διευρυμένη αντίληψη για τη ζωή και τις συναφείς φιλοδοξίες της.
   Το ερώτημα όμως με την επιβίωση και τη σιγουριά είναι αν όντως καταργούν την ανασφάλεια. Και η απάντηση είναι πως δεν την καταργούν, για την ακρίβεια ούτε καν την περιορίζουν. Το μέγιστο που κάνουν είναι να χρυσώνουν κάπως το χάπι καλλιεργώντας μια θνησιγενή ελπίδα. Πόσο ασφαλής αισθάνεται κάποιος που κυνηγά την καθημερινή του επιβίωση και πόσο σίγουρος για το αύριο; Πόσο ασφαλή αισθάνονται τα παιδιά της Γκάνα με μια χούφτα ρύζι που απλά παρατείνει για ένα 24ωρο τη λιποθυμία από την πείνα;
   Το ζητούμενο με τη γενική ανασφάλεια είναι οι τρόποι με τους οποίους θα την υπερβούμε. Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές υπάρχουν μόνο δυναμικές διεκδικήσεις. Το αίτημα ‘‘ζωή όχι επιβίωση’’ που πυκνώνει στους τοίχους των δρόμων είναι επιτακτικότερο από ποτέ. Πρέπει να διεκδικήσουμε τους όρους της ζωής μας και όχι να αρκούμαστε στα ψίχουλα αφηρημένων εγγυήσεων για τη διασφάλιση του κατώτατου μισθού ή μιας ενδεχόμενης μείωσης του συντελεστή ΦΠΑ. Πρέπει να διεκδικήσουμε καλύτερους όρους για τη ζωή μας και όχι καλύτερους όρους για το Μνημόνιο. Να μεταφράσουμε το αίτημα ‘‘ζωή όχι επιβίωση’’ σε ένα νέο οικονομικό πρόγραμμα που θα παρέχει μια νέα ‘‘ασφάλεια ζωής’’ για όλους μας. Να απαιτήσουμε εκείνες τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα διαρθρώνουν τις ζωές μας και όχι τις απάτες της οικονομίας…
   Οι γυναίκες του Chandler μπορεί να καμώνονται τις ασφαλείς αλλά στ' αλήθεια δεν είναι καθόλου ασφαλείς. Είναι θύματα της ολικής παράδοσής τους στη μιζέρια τους. Στα πρόσωπά τους δεν υπάρχει καμία σύσπαση αφού δεν τις διαπερνά κανένα πάθος. Αδημονούν να τελειώσει το ωράριο για ν’ αποβλακωθούν μπροστά στην τηλεόραση. Η πιο μεγάλη ανασφάλειά τους είναι μήπως κάποια στιγμή χαλάσει όλη αυτή η στείρα αλληλουχία που τους επιτρέπει να μην σκέφτονται. Αυτή η ανασφάλεια έχει εγκατασταθεί για πάντα μέσα τους. Και το τζάμι απ’ το γκισέ είναι πολύ διαφανές για να την κρύψει.   

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

είναι το τζάμι απ' το γκισέ πολύ διαφανές αλλά και η ματιά σου πολύ διαπεραστική ρε παιδάκι μου..