Τα χάιλ-lights της ημέρας


   Δεν υπάρχει πνευματικός ηρωισμός1. Είναι γελοίο να θεωρείς ότι η αφύπνιση, η αγωνιστική ανταπόκριση και η αντίσταση θα προέλθουν ως αποτέλεσμα ενός κειμένου ή ενός ποιήματος, ενός μανιφέστου ή ενός ‘‘Κατηγορώ’’- όσο δυναμικά, όσο ‘‘σεισμογενή’’ κι αν είναι.
   Από σήμερα το πρωί κι εφεξής θα κατατεθούν δημοσίως χιλιάδες σκέψεις, κρίσεις, άρθρα επί άρθρων, σωρεία επιχειρημάτων και πλημμυρίδα σχολιασμών αναφορικά με το άνανδρο ξέσπασμα βίας και ωμότητας του φασίστα εναντίον των προσώπων των Λιάνας Κανέλλη και Ρένας Δούρου.
   Αυτονόητη η ρητή και απερίφραστη καταδίκη του γεγονότος. Αυτονόητη και η συναισθηματική θέση της απέχθειας απέναντί του. Ως ελάχιστες προϋποθέσεις απόδειξης ενός πολιτισμού και μιας ανθρωπιάς.
   Το θέμα με το φαινόμενο του φασισμού είναι πως το σημερινό προκλητικό γεγονός, μεμονωμένα, αποτελεί άλλο ένα σύμπτωμά του. Γιατί σήμερα χαστουκίστηκε το πρόσωπο της Κανέλλη, χθες γρονθοκοπήθηκε η ‘‘μούρη’’ ενός Πακιστανού για να ‘‘ξεβρομίσει ο τόπος’’, προχθές λιντσαρίστηκε, διαπομπεύτηκε, κακοποιήθηκε, μαχαιρώθηκε άλλος ένας λαθρομετανάστης, και 14 χρόνια πριν ο Δημήτρης Κουσουρής δεχόταν απανωτά δολοφονικά χτυπήματα με γκλομπ στο κεφάλι.
   Το σίγουρο είναι πως θα ειπωθεί με πολλούς τρόπους κι από πολλές κατευθύνσεις η εξής –σωστή– αναγωγή: Τα φουσκωμένα μπράτσα του φασισμού γρονθοκοπούν καθημερινά το πρόσωπο της δημοκρατίας. Κι εφόσον στο πρόσωπο της δημοκρατίας αντανακλώνται τα δημοκρατικά μας κεκτημένα και οι δημοκρατικές μας ευαισθησίες, το δίκαιο και η ισότητα, η ελευθερία των ιδεών και η ελευθερία έκφρασής τους, σε τελική ανάλυση γρονθοκοπείται ο καθένας μας.
   Δυστυχώς η απόστασή μας από την τηλεόραση αν και τόσο μικρή, είναι παρ’ όλα αυτά πολύ μεγάλη για να νιώσουμε να φουσκώνει το μάγουλό μας, να νιώσουμε το βουητό στ’ αυτιά μας και ν' αντιληφθούμε το μελάνιασμα των ματιών μας. Όπως και η απόσταση του αναγνώστη από τα κείμενα αν και είναι τόσο εξ επαφής, δεν μεταφέρει τη γεύση του αίματος από σπασμένες οδοντοστοιχίες, τον πόνο των τσακισμένων πλευρών, τις εκδορές του δέρματος. Μάθαμε να αντιμετωπίζουμε και το φασισμό με την ψυχρή απάθεια του αστυνομικού ρεπορτάζ.
   Κι αυτό γιατί τα κείμενα, οι τηλεοπτικοί διάλογοι και οι καταδίκες του φαινομένου μας εξασφαλίζουν μια άμεση και πολύχρωμη ενημέρωση, αγκαζέ με την πλήρη αποστασιοποίησή μας. Κι έτσι γινόμαστε για άλλη μια φορά παθητικοί καταναλωτές του φασισμού μέσα στις αποστειρωμένες συνθήκες των 4 τοίχων του σπιτιού μας. Έπειτα εκτονωνόμαστε επιδεικνύοντας τα λάβαρα των δημοκρατικών μας πεποιθήσεων στα πηγαδάκια του καφέ, στο κους-κους στη δουλειά, ή κάνοντας like και retweet σε άρθρα και σχόλια με τα οποία... γουστάρουμε.
   Το να ενημερώνεσαι, να καταδικάζεις και να ανατέμνεις θεωρητικά και ψυχολογικά το φασισμό και το προφίλ των εκτελεστικών του οργάνων είναι και θετικό και θεμιτό. Συμβάλεις κατ’ αυτό τον τρόπο στην εγρήγορση της δημοκρατικής σου άμυνας, των λεγόμενων και ‘‘δημοκρατικών αντανακλαστικών’’.
   Όμως να που τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του συνόλου της κοινωνίας έχουν ολωσδιόλου ατονήσει. Κατέληξαν ατροφικά και μίζερα, και φυσικά δεν επαγρυπνούν καν. Τι φταίει κι ενώ όλοι καταδικάζουμε το φασισμό, αυτός συνεχίζει να επιφέρει ολοένα και περισσότερες ξανάστροφες και μπουνίδια στο πρόσωπο της δημοκρατίας που συναρτούμε;
   Φταίει πως αναγνωρίζουμε μοναχά ένας είδος αντίστασης απέναντί του: τον ‘‘πνευματικό ηρωισμό’’ των ΜΜΕ, την πνευματική τοποθέτηση του όποιου ''αντικομφόρμ'' δημοσιογράφου και την ''πνευματική διαμαρτυρία'' των ανακοινώσεων των κομμάτων. Μπορεί να λέγεται πως η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει, όμως η γλώσσα μάλλιασε να αναμασά τις ίδιες και τις ίδιες ‘‘ρητές και απερίφραστες καταδίκες’’, έτσι που έχουν χάσει τη φωνή τους, την έντασή τους, την ισχύ τους και γίνονται άθυρμα της εναλλαγής της καθημερινής ειδησεογραφίας.
   Είναι καιρός να σταματήσουμε να καταναλώνουμε ενημέρωση, και να αρχίσουμε να στοχαζόμαστε επάνω στις φασιστικές εκφάνσεις που βλέπουμε ή γινόμαστε μάρτυρες. Είναι καιρός να σταματήσει να μας απασχολεί ο φασισμός ως καταναλωτές του υποπροϊόντος του, και ν’ αρχίσει να μας απασχολεί ως εν δυνάμει θύματα. Να κατανοήσουμε ότι η φράση ‘‘το χαστούκι στην Κανέλλη πονάει όλα τα δημοκρατικά πρόσωπα’’ δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα σχήμα λόγου. Μια λεκτική δημοσιογραφική επιτήδευση. Η αλήθεια είναι πολύ πιο σκληρή: είμαστε έρμαια του φασισμού. Κι αυτό γιατί τον αντιμετωπίζουμε σαν το most popular topic της ημέρας. Χαζολογάμε μαζί του. Τον αντιμετωπίζουμε μέσα από τα highlights του, κι όχι αισθανόμενοι το ρίγος του τρόμου που σκορπά στους δρόμους. Τον εισπράττουμε σαν θέαμα και σαν εικόνα και όχι ως ζωντανό υποκείμενο που καιροφυλακτεί να βιαιοπραγήσει. Είμαστε ηδονοβλεπτικοί απέναντί του και όχι αληθινά στρατευμένοι ενάντιά του.
   Στο φασισμό δεν αξίζουν κείμενα ευφάνταστης δημοσιογραφικής λογοδιάρροιας. Ούτε ιντερνετικές ψηφοφορίες που μας καλούν να πάρουμε θέση για το κατά πόσο θα πρέπει να φιλοξενείται στην τηλεόραση ή όχι. Στο φασισμό δεν αξίζουν οι ρήτορες που ειδικεύονται επί παντός επιστητού. Ούτε θα του επιφέρει πλήγμα η τηλεθηρική φλυαρία των δημοσιογράφων.
   Στο φασισμό αρμόζει ένας επικήδειος λίβελος. Και αυτόν πρέπει να τον συντάξουμε όλοι μας.     


1Στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη από τη συλλογή «ΥΓ.»

         

Δεν υπάρχουν σχόλια: